Η νόσος του Πάρκινσον (PD) συνδέεται συνήθως με κινητικά συμπτώματα όπως τρόμος, μυϊκή δυσκαμψία και βραδυκινησία. Ωστόσο, ένα από τα πιο παραγνωρισμένα και επιβαρυντικά συμπτώματά της είναι η κατάθλιψη. Έρευνες δείχνουν ότι έως και 40% των ανθρώπων που ζουν με Πάρκινσον εμφανίζουν μέτρια έως σοβαρή καταθλιπτική συμπτωματολογία κατά τη διάρκεια της ασθένειας.
Η κατάθλιψη στη νόσο του Πάρκινσον δεν αποτελεί απλώς ψυχολογική αντίδραση στις σωματικές δυσκολίες. Πλέον θεωρείται ότι προκύπτει από τις ίδιες νευρολογικές και νευροχημικές ανισορροπίες που προκαλούν και τα κινητικά συμπτώματα.
Η θεραπεία της κατάθλιψης σε ασθενείς με Πάρκινσον είναι ιδιαίτερα περίπλοκη. Τα συνηθισμένα αντικαταθλιπτικά φάρμακα μπορεί να αλληλεπιδράσουν με τις θεραπείες ντοπαμίνης και σε ορισμένες περιπτώσεις να επιδεινώσουν τα κινητικά συμπτώματα. Επιπλέον, πολλοί ασθενείς δεν ανταποκρίνονται επαρκώς στη φαρμακευτική αγωγή. Για αυτόν τον λόγο, υπάρχει αυξανόμενο ενδιαφέρον για ασφαλείς και αποτελεσματικές μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις, όπως η Επαναλαμβανόμενη Διακρανιακή Μαγνητική Διέγερση (rTMS).
Η Επαναλαμβανόμενη Διακρανιακή Μαγνητική Διέγερση(rTMS) είναι μια μη επεμβατική τεχνική διέγερσης του εγκεφάλου, η οποία χρησιμοποιεί μαγνητικούς παλμούς για να τροποποιήσει τη λειτουργία συγκεκριμένων περιοχών του εγκεφάλου. Στη θεραπεία της κατάθλιψης, ο κύριος στόχος είναι ο αριστερός ραχιαίος προμετωπιαίος φλοιός (DLPFC) — μια περιοχή του εγκεφάλου που ρυθμίζει το συναίσθημα, τη διάθεση και τη γνωστική λειτουργία. Στους ασθενείς με κατάθλιψη, αυτή η περιοχή εμφανίζει συχνά μειωμένη δραστηριότητα, και η αποκατάστασή της μέσω της διέγερσης μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική βελτίωση της διάθεσης.
Η διαδικασία είναι απλή και ανώδυνη. Ένα ειδικό μαγνητικό πηνίο τοποθετείται απαλά πάνω στο τριχωτό της κεφαλής και αποστέλλει μικρής διάρκειας μαγνητικούς παλμούς στον εγκέφαλο. Οι παλμοί αυτοί είναι ανώδυνοι και σε αντίθεση με τα φάρμακα, η Επαναλαμβανόμενη Διακρανιακή Μαγνητική Διέγερση (rTMS) δεν μεταβάλλει άμεσα τη χημεία του εγκεφάλου, αλλά επηρεάζει τη νευρωνική δραστηριότητα, ενισχύοντας τη λειτουργική συνδεσιμότητα των κυκλωμάτων που σχετίζονται με τη ρύθμιση της διάθεσης.
Ανάλογα με τη συχνότητα που χρησιμοποιείται, η rTMS μπορεί είτε να ενισχύσει είτε να καταστείλει τη δραστηριότητα σε συγκεκριμένες περιοχές. Η υψηλής συχνότητας διέγερση (5–10 Hz) αυξάνει τη δραστηριότητα σε υπολειτουργικές περιοχές όπως ο ραχιαίος προμετωπιαίος φλοιός (DLPFC). Αυτή η προσέγγιση έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματική για ασθενείς με Πάρκινσον που αντιμετωπίζουν ανθεκτική στην αγωγή κατάθλιψη.
Αρκετές μετα-αναλύσεις και τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες μελέτες έχουν αποδείξει την αποτελεσματικότητα της Επαναλαμβανόμενης Διακρανιακής Μαγνητικής Διέγερσης (rTMS) στη θεραπεία της κατάθλιψης στη νόσο του Πάρκινσον. Σε μια μετα-ανάλυση του 2015, που περιλάμβανε οκτώ τέτοιες μελέτες, η rTMS οδήγησε σε σημαντική μείωση των καταθλιπτικών συμπτωμάτων σε σύγκριση με την placebo θεραπεία. Η βελτίωση αυτή αποτυπώθηκε αξιόπιστα σε εργαλεία όπως η Κλίμακα Κατάθλιψης Hamilton (HAMD) και το Ερωτηματολόγιο Beck (BDI).
Πέρα από τη βελτίωση της διάθεσης, η Επαναλαμβανόμενη Διακρανιακή Μαγνητική Διέγερση (rTMS) έχει αποδειχθεί ότι είναι τουλάχιστον εξίσου αποτελεσματική με τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα, χωρίς να επιβαρύνει τα κινητικά συμπτώματα — ένα συχνό πρόβλημα με τα φάρμακα σε ασθενείς με Πάρκινσον. Σε ορισμένες μελέτες, οι ασθενείς που υποβλήθηκαν σε rTMS ανέφεραν επιπλέον βελτίωση στη κινητικότητα και τη γνωστική λειτουργία, κάτι που υποδηλώνει ένα ευρύτερο νευρολογικό όφελος.
Τα παραπάνω κλινικά αποτελέσματα υποστηρίζονται και από απεικονιστικές μελέτες εγκεφάλου, όπως η λειτουργική μαγνητική τομογραφία (fMRI). Μετά από θεραπεία με rTMS, καταγράφηκε αυξημένη ενεργοποίηση στον αριστερό ραχιαίο προμετωπιαίο φλοιό (DLPFC) και στον πρόσθιο προσαγωγό φλοιό, δύο περιοχές του εγκεφάλου που παίζουν καίριο ρόλο στη ρύθμιση των συναισθημάτων και στη διαχείριση του στρες. Οι αλλαγές αυτές παρέχουν ισχυρές φυσιολογικές ενδείξεις ότι η rTMS ενεργοποιεί στοχευμένα τις εγκεφαλικές περιοχές που ευθύνονται για την κατάθλιψη, καθιστώντας τη μια αποτελεσματική και εξατομικευμένη θεραπευτική προσέγγιση.
Η rTMS έχει εξαιρετικό προφίλ ασφάλειας. Πολλαπλές κλινικές μελέτες επιβεβαιώνουν ότι οι ασθενείς ανέχονται πολύ καλά τη θεραπεία, με μόνο ήπιες παρενέργειες, όπως προσωρινή ενόχληση στο τριχωτό της κεφαλής ή ήπιος πονοκέφαλος. Κάθε συνεδρία διαρκεί περίπου 20–30 λεπτά και η θεραπεία εφαρμόζεται συνήθως για μερικές εβδομάδες. Οι ασθενείς μπορούν να επιστρέψουν άμεσα στις καθημερινές τους δραστηριότητες, καθιστώντας την rTMS μια εύχρηστη και χαμηλής επιβάρυνσης επιλογή.
Η Επαναλαμβανόμενη Διακρανιακή Μαγνητική Διέγερση (rTMS) είναι ιδανική επιλογή για ασθενείς με νόσο του Πάρκινσον που αντιμετωπίζουν μέτρια έως σοβαρή κατάθλιψη, ιδιαίτερα όταν η φαρμακευτική αγωγή ή η ψυχοθεραπεία δεν έχουν αποδώσει. Είναι επίσης κατάλληλη για εκείνους που εμφανίζουν παρενέργειες από τα αντικαταθλιπτικά ή επιθυμούν να αποφύγουν την επιπλέον φαρμακευτική επιβάρυνση λόγω σύνθετων θεραπευτικών σχημάτων. Τέλος,οι ασθενείς που ταυτόχρονα παρουσιάζουν άγχος ή διαταραχές ύπνου, συχνά παρατηρούν βελτίωση και σε αυτά τα συμπτώματα με τη χρήση της rTMS.