Η διαταραχή πανικού είναι ένα συχνό αλλά και θεραπεύσιμο ψυχολογικό πρόβλημα. Τα παιδιά και οι έφηβοι που την αντιμετωπίζουν βιώνουν ξαφνικά και επανειλημμένα επεισόδια έντονου φόβου ή δυσφορίας, τα οποία συνοδεύονται από συμπτώματα όπως ταχυπαλμία ή δυσκολία στην αναπνοή. Τα επεισόδια αυτά ονομάζονται «κρίσεις πανικού» και διαρκούν συνήθως λίγα λεπτά, ενώ εμφανίζονται χωρίς προειδοποίηση.
Κατά τη διάρκεια μιας κρίσης πανικού, το άτομο μπορεί να νιώσει έντονο φόβο, με την αίσθηση ότι κάτι τρομακτικό συμβαίνει. Συχνά συνοδεύεται από αυξημένο καρδιακό ρυθμό ή έντονο αίσθημα των παλμών, ζάλη, δυσκολία στην αναπνοή ή αίσθημα πνιγμού, καθώς και τρέμουλο. Επίσης, μπορεί να υπάρχει μια αίσθηση ότι η κατάσταση είναι εξωπραγματική ή παράδοξη. Το άτομο μπορεί να φοβάται ότι θα πεθάνει, ότι θα χάσει τον έλεγχο ή ότι χάνει τα λογικά του.
Αυτές οι κρίσεις μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τη ζωή του παιδιού ή του εφήβου, δημιουργώντας προβλήματα στις σχέσεις του με τους άλλους, στην απόδοση στο σχολείο και στη φυσιολογική ψυχοκοινωνική του ανάπτυξη. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να συνυπάρξει σοβαρή κατάθλιψη ή και αυξημένος κίνδυνος για αυτοκτονικές σκέψεις ή συμπεριφορές. Επιπλέον, κάποιοι έφηβοι μπορεί να προσπαθήσουν να μειώσουν το άγχος τους μέσω της χρήσης ουσιών, όπως το αλκοόλ ή τα ναρκωτικά.
Όταν η διαταραχή διαγνωστεί σωστά, συνήθως ανταποκρίνεται καλά στη θεραπεία. Τα παιδιά και οι έφηβοι που παρουσιάζουν συμπτώματα κρίσεων πανικού πρέπει να εξεταστούν αρχικά από τον παιδίατρο ή τον οικογενειακό γιατρό. Αν δεν εντοπιστεί κάποια οργανική αιτία, είναι σημαντικό να ακολουθήσει πλήρης ψυχιατρική εκτίμηση από εξειδικευμένο παιδοψυχίατρο.
Υπάρχουν διάφορες αποτελεσματικές μορφές θεραπείας. Η φαρμακευτική αγωγή μπορεί να βοηθήσει στον έλεγχο των κρίσεων, ενώ η ψυχοθεραπεία – ειδικά η γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία – μπορεί να διδάξει στο παιδί και την οικογένειά του τρόπους διαχείρισης του άγχους και των πιθανών καταστάσεων που προκαλούν τις κρίσεις. Μέσα από αυτήν τη θεραπευτική προσέγγιση, το παιδί μαθαίνει να αναγνωρίζει και να ελέγχει τα συμπτώματα όταν αυτά εμφανίζονται.