Η Ηλεκτροσπασμοθεραπεία, ευρύτερα γνωστή ως «ECT», (Electroconvulsive Therapy) είναι μία αξιόπιστη αποτελεσματική και ασφαλή μέθοδος που χρησιμοποιείται στην ψυχιατρικη και παραμένει αναντικατάστατη σε ορισμένες ψυχοπαθολογικές καταστάσεις παρά την εξέλιξη της ψυχοφαρμακολογίας.
Η μέθοδος της ηλεκτροσπασμοθεραπείας εκτελείται υπο την άμεση επίβλεψη ψυχίατρου σε συνεργασία με άλλους εξειδικευμένους επαγγελματίες υγείας- παθολόγο, αναισθησιολόγο και νοσηλευτών.
Κατα τήν διάρκεια της ηλεκτροσπασμοθεραπείας με την συνεργασία αναισθησιολόγου χορηγείται αναισθητικό και μυοχαλαρωτικό με συνεχή χορήγηση οξυγόνου και παρακολούθηση των ζωτικών σημείων του ασθενούς. Ο ασθενής είναι χαλαρός και ακίνητος και αφυπνίζεται μετά από λίγα λεπτά χωρίς να έχει αντιληφθεί τη διαδικασία που προηγήθηκε. Η διαδικασία είναι εντελώς ανώδυνη.
Η αποτελεσματικότητά της στη θεραπεία σοβαρών ψυχικών ασθενειών είναι αναγνωρισμένη από την Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία (American Psychiatric Association), την Αμερικανική Ιατρική Ένωση, το Εθνικό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας και παρόμοιους οργανισμούς στον Καναδά, τη Μεγάλη Βρετανία και σε πολλές άλλες χώρες.
Η ηλεκτροσπασμοθεραπεία είναι η ταχύτερη και πιο αποτελεσματική θεραπεία της μείζονος κατάθλιψης.
Από δοκιμές των αποτελεσμάτων της ηλεκτροσπασμοθεραπείας, φαίνεται ότι ποσοστό μεταξύ 70 και 90% των ασθενών παρουσιάζουν καλυτέρευση (προς το συγκεκριμένο καταθλιπτικό επεισόδιο). Τα αντίστοιχα ποσοστά για ασθενείς που λαμβάνουν φαρμακοθεραπεία κυμαίνονται μεταξύ 50 και 70%.
H ηλέκτροσπασμοθεραπεία μπορεί να αποδειχθεί επίσης αποτελεσματική σε περιπτώσεις όπως:
|
|
Η ηλέκτροσπασμοθεραπεία εφαρμόζεται στην Κλινική Βερεσιέ δύο ή τρεις φορές την εβδομάδα με συνολικό αριθμό συνεδριών έξι έως δώδεκα. Για ασθενείς στους οποίους η φαρμακευτική προφύλαξη δεν είναι αποτελεσματική, χορηγούνται αναμνηστικές συνεδρίες με συχνότητα μια ανά μήνα για τρεις ως έξι μήνες ή και μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.