Θέτοντας τα όρια
όριαΌρια είναι μια λέξη που για κάποια άτομα θεωρείται οικεία και για άλλα δυσνόητη. Ο όρος αυτός αναφέρεται στον διαχωρισμό του εαυτού μας από τους άλλους. Είναι μια σημαντική έννοια που μας βοηθά να διασφαλίσουμε υγιείς σχέσεις τόσο με τον εαυτό μας όσο και για τους γύρω μας. Τα όρια αποτρέπουν τους άλλους από το να εισβάλουν στο χώρο μας όπως και εμάς να εισβάλουμε στο χώρο τους. Επίσης προσφέρουν στον καθένα από εμάς  την επίγνωση για το «ποιοι είμαστε».

Τα όρια διαχωρίζονται σε εσωτερικά και εξωτερικά. Τα εξωτερικά όρια μας επιτρέπουν να επιλέξουμε την απόσταση μας από τους άλλους, να δώσουμε ή να αρνηθούμε την άδεια να μας αγγίξουν εμάς ή την ιδιωτική μας ιδιοκτησία και εμποδίζουν το σώμα μας να παραβιάσει το σώμα κάποιου άλλου. Από την άλλη, τα εσωτερικά όρια προσφέρουν προστασία στη σκέψη, στα συναισθήματα και τη συμπεριφορά μας και τα κρατούν λειτουργικά. Μα δίνουν την δυνατότητα να αναλαμβάνουμε την ευθύνη για τις σκέψεις μας, τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά μας. Επιπλέον θέτοντας τα όρια μας ξεχωρίζουμε την προσωπικότητα και τις πεποιθήσεις μας από αυτά των άλλων και έτσι δεν κατηγορούμε τους γύρω μας για όσο εμείς σκεφτόμαστε, νιώθουμε και κάνουμε. Το ίδιο ισχύει και αντίθετα αφού με αυτόν τον τρόπο παύουμε να αναλαμβάνουμε την ευθύνη για τις σκέψεις, συναισθήματα και συμπεριφορές των άλλων, επιτρέποντας μας να σταματήσουμε να χειραγωγούμε και να ελέγχουμε τους γύρω μας.

Τα όρια χτίζονται από το οικογενειακό περιβάλλον του ατόμου. Συνήθως τα ελαττωματικά όρια των γονέων δημιουργούν παιδιά που θέτουν και αυτά ελαττωματικά όρια.
Τα άτομα που έχουν μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον με προβληματικά όρια είτε δεν είναι αρκετά προστατευμένα είτε είναι υπερβολικά προστατευμένα. 

Τα βασικά είδη προβληματικών ορίων είναι:
Ανύπαρκτα όρια: 
Τα άτομα αυτά δυσκολεύονται να πουν όχι ή να προστατευτούν. Επιτρέπουν στους άλλους να τους εκμεταλλευτούν  πνευματικά και σωματικά. Πολλές φορές τα άτομα αυτά κινδυνεύουν να μην αναγνωρίζουν το δικαίωμα του άλλου να βάζει όρια.

Ελαττωματικό σύστημα ορίων:
Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει τα άτομα που μπορούν κάποιες φορές ή με κάποιο άτομα να λένε όχι, να θέσουν όρια και να φροντίσουν τον εαυτό τους. Από την άλλη, υπάρχουν και φορές που δεν μπορεί να συμβεί. Σε αντίθεση με την προηγούμενη κατηγορία στην περίπτωση αυτή τα άτομα έχουν μερική επίγνωση των ορίων των άλλων. Τα ελαττωματικά όρια μπορούν να κάνουν ένα άτομο να αναλάβει την ευθύνη για συναισθήματα, σκέψεις, ή τη συμπεριφορά κάποιου άλλου. Από την άλλη υπάρχουν περιπτώσεις όπως η κούραση ή το άγχος όπου το άτομο αυτό δυσκολεύεται να βάλει τα όρια.
     
 

Σύστημα τειχών:

Στην κατηγορία αυτή το άτομο περιλαμβάνεται από ένα ακέραιο όριο. Το τείχος αυτό είναι φτιαγμένο από φόβο ή θυμό. Στην περίπτωση αυτή ο άνθρωπος χρησιμοποιεί ένα τείχος φόβου για να παραμείνει ασφαλής. Δυο άλλες περιπτώσεις τειχών που χρησιμοποιεί είναι αυτό της σιωπής και αυτό με τα λόγια. Το άτομο με το τείχος της σιωπής σβήνει στο φόντο δεν συμμετέχει απλώς παρατηρεί. Από την άλλη, στο τείχος με τα λόγια, το άτομο  μιλά ακόμα και όταν ο συνομιλητής του προσπαθεί ευγενικά να συμμετέχει στην συζήτηση.

όριαΗ μετακίνηση από ένα τείχος σε ανύπαρκτα όρια και αντίθετα:   

Συμβαίνει όταν ένα άτομο που χρησιμοπεί τείχη κινδυνεύει να βγει από αυτά και να γίνει ευάλωτο. Όταν το άτομο είναι εκτεθειμένο χωρίς όρια βιώνει πόνο και γι αυτόν τον λόγο καταφεύγει σε τείχη που τον προστατεύουν όπως είναι ο φόβος και η σιωπή. Το μειονέκτημα όμως που συμβαίνει σε μια τέτοια περίπτωση, είναι ότι αν και τα τείχη προσφέρουν προστασία από την άλλη απαγορεύουν στο άτομο την είσοδο στην οικειότητα και αφήνουν το άτομο στην απομόνωση και στην μοναχικότητα.

Επομένως, η έλλειψη διαπροσωπικών ορίων μπορεί να δημιουργήσει  σημαντικότερα προβλήματα σε μία σχέση. Όταν το άτομο δεν είναι σε θέση να τηρήσει τα όρια του και να προστατεύσει τον χώρο του νιώθει ότι μέσα στις σχέσεις του πνίγεται, παραμένει χωρίς ικανοποίηση και με ένα αίσθημα ματαίωσης, καθώς «έρχεται τελευταίος» προσπαθώντας πάντα να λέει «ναι σε όλα». Μην έχοντας όρια, κρύβει τις βαθύτερες ανάγκες και επιθυμίες του και στερεί έτσι από τον εαυτό του τη χαρά μιας βαθειάς και ικανοποιητικής σχέσης μέσα στην οποία μπορεί να είναι αυθεντικός. Τέλος, η αυτοεκτίμηση του ατόμου μειώνεται, καθώς αισθάνεται όλο και λιγότερο ικανός να διεκδικήσει αυτό που θέλει για τον εαυτό του, να αρνείται αυτό που δε θέλει και κυρίως να συνυπάρχει με ίσους όρους.