Η κατάχρηση και ο εθισμός σε διεγερτικές ουσίες (κάνναβη, κοκαϊνη, μεθαμφεταμίνες και άλλες) έφεραν στην επιφάνεια πιο επιτακτικά την ανάγκη σοβαρής και άμεσης αντιμετώπισης της συννοσηρότητας.
Συννοσηρότητα είναι η ύπαρξη σε ένα άτομο την ίδια στιγμή διαταραχής κατάχρησης ουσιών και παθήσεις ψυχικής υγείας.
Η κατάσταση αυτή συναντάται σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις κατάχρησης διεγερτικών ουσιών και διαφοροποιούν την όλη εικόνα του προβλήματος, γιατί από την κατάχρηση των πιο πάνω ουσιών αλλάζει η ψυχική κατάσταση του χρήστη, σταματά να σκέφτεται λογικά, ζει σε άλλη πραγματικότητα και δεν έχει την λογική και την κρίση να αντιληφθεί την κατάσταση του, να έχει δηλαδή νοσογνωσία, η οποία θα τον βοηθήσει να αναγνωρίσει την πάθηση του, να την αποδεκτεί και να ζητήσει βοήθεια.
ΟΙ ψυχικές παθήσεις που δημιουργούν το άλλο μέρος της διπλής διάγνωσης (συννοσηρότητας) είτε προϋπήρχαν του εθισμού, είτε προκλήθηκαν από αυτό, εκτός της ψύχωσης που αναφέραμε είναι το άγχος, η κατάθλιψη και το μεταταραυματικό στρες.
Σε αυτά ενώνονται και οι διαταραχές της προσωπικότητας- αντικοινωνικές, οριακές και άλλες.
Η εμφάνιση των συνδυαστικών συννοσηρών προβλημάτων αυξάνει τις επείγουσες ψυχιατρικές εισαγωγές και όταν γνωρίζουμε πως οι χώροι νοσηλείας εκτός του ότι είναι περιορισμένοι, λόγω του ότι δεν υπάρχουν εξιδεικευμένες δομές για την αντιμετώπιση του εθισμού, τότε γίνεται παρέμβαση μόνο στο ένα μέρος της νόσου- στην ψύχωση.
Η μη παρέμβαση στο δεύτερο μέρος, στην ουσία η βοήθεια που δίδεται στο άτομο και στην οικογένεια του είναι η αποφυγή βίαιων πράξεων μέχρι την επόμενη εισδοχή- απόλυση και επανεισδοχή.
Την ίδια στιγμή αυξάνεται όμως ο κίνδυνος υποτροπής και για πιο βαριά ψυχωσική κρίση.
Η επιδημία του κορονοϊού πρόσθεσε και τον παράγοντα του κοινωνικο-οικονομικού στρες, που συμβάλει στην αύξηση των συννοσηρών παθήσεων σε άτομα με κατάχρηση παράνομων ουσιών και κάνει το πρόβλημα πιο μεγάλο και σύνθετο.
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία από επιστημονικής πλευράς πως η αντιμετώπιση και των δύο καταστάσεων πρέπει να γίνεται ταυτόχρονα.
Πρώτο γιατί η εμφάνιση τους είναι αλληλένδετη και η δεύτερο απελευθέρωση τους, η θεραπεία τους, δεν μπορεί να γίνει με άλλο τρόπο...
Φυσικά υπάρχουν διάφοροι τόποι και τρόποι και φαρμακολογικές και ψυχο-κοινωνικές παρεμβάσεις που μπορούν να οδηγήσουν σε θεραπεία.
Το βασικό σημείο είναι πως ανεξάρτητα από τον τρόπο παρέμβασης, πρέπει η μελέτη και η αξιολόγηση της κάθε περίπτωσης να γίνεται σε ατομικό επίπεδο και να λαμβάνονται υπόψη όλες οι πτυχές της ύπαρξης και των δύο ή και περισσότερων παθήσεων και όλων των παραγόντων που τις δημιούργησαν.
Με τον τρόπο αυτό θα ληφθούν υπόψη και πολλά στοιχεία από το άμεσο οικογενειακό ή εργασιακό περιβάλλον, που θα βοηθήσουν για μια ολοκληρωμένη διάγνωση και ολιστική παρέμβαση για θεραπεία.
Όπως γίνεται αντιληπτό ο διαχωρισμός των κλειστών μορφών των δικτύων θεραπείας της ψυχικής νόσου και των εθισμών δεν δίνει όλες τις ευκαιρίες που μιλήσαμε πιο πάνω.
Παραμένουν μόνο οι ανοικτές μορφές παρέμβασης να μπορούν να κάνουν αυτό τον συνδυασμό, αλλά οι δυσκολίες που βρίσκουν είναι πως πολύ λίγα άτομα με βαριά μορφής συννοσηρότητας απευθύνονται για βοήθεια και παραμένουν στην θεραπεία τους.
Από τα πιο πάνω γίνεται αντιληπτό πως το ίδιο το σύστημα υγείας δεν προσφέρει λύσεις, αναπαράγει την διττή διάγνωση και το μόνο που θα έχουμε στο μέλλον θα είναι δυστυχώς η αύξηση του αριθμού των κοινωνικών αναπήρων λόγω προβλημάτων ψυχικής υγείας, που θα είναι ακόμη ένα κοινωνικό βάρος.