Η απομάκρυνση των παιδιών από το πατρικό σπίτι κυρίως για λόγους σπουδών, στρατού ή εύρεσης εργασίας είναι μια σημαντική στιγμή για την οικογένεια γιατί δημιουργεί ανακατατάξεις. Αυτό συμβαίνει συνήθως στη μέση ηλικία των γονέων και η αλλαγή αυτή ίσως προκαλέσει στους ίδιους μια έντονη συναισθηματική αλλαγή, όπου όταν επιμένει και είναι σε μεγάλο βαθμό μπορεί να χαρακτηριστεί ως “σύνδρομο της άδειας φωλιάς”.
Τα κυριότερα συμπτώματα που μπορεί να εμφανιστούν στη φάση αυτή είναι αίσθημα μοναξιάς, θλίψης, ανησυχίας και σε κάποιες περιπτώσεις μέχρι και κατάθλιψη. Οι μεγάλες αυτές ανακατατάξεις στην οικογένεια και οι αλλαγές που καλούνται να κάνουν οι γονείς σε πρακτικό αλλά και ψυχολογικό επίπεδο, ενίοτε δημιουργούν σοβαρό πρόβλημα προσαρμογής στα νέα αυτά δεδομένα. Οι περισσότεροι το βιώνουν ως μια εγκατάλειψη του γονικού ρόλου και για κάποιους μάλιστα ίσως φτάνει να βιώνεται και ως πένθος.
Συνήθως το πρώτο διάστημα, είναι πολύ πιο δύσκολο να αντιμετωπιστεί από τις μητέρες το γεγονός ότι το παιδί πλέον έχει τις δικές του ώρες για φαγητό, ύπνο και γενικά την δική του καθημερινότητα. Γι’ αυτό το λόγο ίσως συνεχίζουν να προσπαθούν να ασκήσουν έλεγχο στη νέα του ζωή, με επανειλημμένα τηλεφωνήματα και πολλές λεπτομέρειες για το πώς περνά την μέρα του. Σε κάποιες περιπτώσεις οι γονείς μπορεί να φτάσουν και στο ακραίο σημείο να γίνουν παρεμβατικοί και ελεγκτικοί στη ζωή του παιδιού, αυτό τις πιο πολλές φορές θα πυροδοτήσει σοβαρές συγκρούσεις στις μεταξύ τους σχέσεις.
Οι αλλαγές αυτές που βιώνει το μεσήλικο ζεύγος είναι πιθανό να βγάλουν στην επιφάνεια και παλαιότερα θέματα που είχαν μείνει για καιρό στην αφάνεια. Λόγω του ότι πλέον υπάρχει αρκετός ελεύθερος χρόνος για συζήτηση αναγκάζονται να έρθουν αντιμέτωποι με τα θέματα αυτά. Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι το φαινόμενο αυτό δημιουργεί προβλήματα τόσο σε οικογενειακό αλλά και σε ατομικό – συζυγικό επίπεδο και θα πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα γιατί κάποιες φορές καταλήγει σε χωρισμό ή σε σοβαρές συγκρούσεις ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας.
Έρευνες που έχουν γίνει κατά καιρούς έδειξαν ότι γονείς που έχουν το σύνδρομο αυτό έχουν πολύ μεγαλύτερα ποσοστά ευαλωτότητας στον αλκοολισμό, χρήση ουσιών, κατάθλιψη η ακόμα και σε σοβαρές συζυγικές συγκρούσεις. Παρόλαυτα νέες μελέτες έδειξαν ότι με την αποχώρηση και του τελευταίου παιδιού υπάρχει η δυνατότητα για τους γονείς να γίνει μια επανασύνδεση και μια νέα αρχή στο γάμο τους.
Το σύνδρομο αυτό μπορεί να αντιμετωπιστεί στα πλαίσια της ρεαλιστικής επαναπροσέγγισης της κατάστασης. Αρχικά θα πρέπει να τονιστεί ότι το σύνδρομο αυτό είναι φυσιολογική διεργασία στις πιο πολλές οικογένειες και δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως παθολογικό (εκτός εάν διαγνωστεί αλλιώς από ειδικό). Προτείνεται επίσης η αλλαγή αυτή να είναι μια ευκαιρία για τους ίδιους να επενδύσουν περισσότερο χρόνο στη σχέση τους και να επιλύσουν κάποια προβλήματα που είχαν στην άκρη.
Πολύ σημαντικό είναι επίσης να γίνει προσπάθεια ούτως ώστε ο γονέας να αποκτήσει μια νέα ταυτότητα. Δηλαδή να γίνει γονέας ενός ενήλικα και όχι ενός μικρού παιδιού που ήταν στο παρελθόν. Οι παρεμβάσεις αυτές θα έχουν στόχο να αναπτυχθούν όλες τοι απαραίτητες δεξιότητες και ενέργειες για να αποκτηθεί η νέα αυτή ταυτότητα, με την οποία θα πορευτεί για την υπόλοιπη ζωή του. Από την πλευρά του ο ενήλικος πλέον νεαρός, οφείλει να κάνει μια σωστή και εποικοδομητική συζήτηση με τους γονείς όπου θα θέσει τα όρια του. Θα γίνει ξεκάθαρο ότι ναι μεν έχει αλλάξει η ζωή του, όμως δεν έχει αλλάξει το γεγονός ότι συνεχίζει να αγαπά και να ενδιαφέρεται για τους γονείς του και θα πρέπει όλοι να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα με κατανόηση και δείχνοντας του εμπιστοσύνη.