Είναι γεγονός πως μέσα στο μυαλό μας έχουν τοποθετηθεί κάποιες στερεότυπες συμπεριφορές που μας κάνουν να πιστέψουμε πως αυτές αποτελούν καθήκον και υποχρέωση του αρσενικού ή του θηλυκού γένους, του άντρα ή της γυναίκας να τις κάνει.
Οποιαδήποτε παραλλαγή ή διαφορετική εκδήλωση των συμπεριφορών αυτών δημιουργεί αρνητικά ή κοροϊδευτικά σχόλια και οι άγραφοι νόμοι των κοινωνικών σχέσεων βάζουν τα πράγματα στην θέση τους.
Για παράδειγμα, αν δούμε στην αυλή του γείτονα πως αυτός να μαζεύει την μπουγάδα από την κρεμάστρα, τότε αυτό θεωρείται ασύνηθες και θα σχολιαστεί ποικιλότροπα. Το ίδιο θα συμβεί με μια γυναίκα αν την δούμε στο μπαλκόνι να μπογιατίζει τους εξωτερικούς τοίχους.
Χωρίς καν να το συζητήσουμε, ούτε να το αποφασίσουμε είναι γενικά αποδεκτό ως φυσιολογικό ο άντρας να συνεισφέρει οικονομικά στην οικογένεια και η γυναίκα συναισθηματικά για όλους
Είναι επίσης αποδεκτό πως όταν ο άντρας και η γυναίκα βρίσκονται σε εστιατόριο οι σερβιτόροι θα πάρουν στον άντρα τον λογαριασμό με τον ίδιο τρόπο που όλοι περιμένουν σε ένα δημόσιο χώρο η μητέρα να φροντίζει τα παιδιά της.
Ο καθένας, δηλαδή στην βάση της παράδοσης και της κουλτούρας μιας χώρας ή ενός τόπου καθορίζει τους διαφορετικούς ρόλους στα δύο φύλα και έχει μεγάλη σημασία για τη διαφύλαξη της ψυχικής υγείας η κατανόηση τους και η οριοθέτηση τους.
Εδώ δεν συζητούμε για την ορθότητα κάποιων πεποιθήσεων ή στάσεων απέναντι σε αυτό το διαχωρισμό καθηκόντων ή ρόλων , αλλά στην αντιμετώπιση της πραγματικότητας, όπου ο καθένας καλείται να συμβιώσει με άλλους σε ένα δεδομένο δομημένο κοινωνικό περιβάλλον που λειτουργεί και υπάρχει στην βάση κάποιων αρχών και κανόνων, που βασικά είναι άγραφοι νόμοι, που καλούνται όλοι όσοι θέλουν να συνυπάρχουν να τους τηρούν και εφαρμόζουν.
Είναι αναγκαίο από την αρχή να καταλάβουμε πως οι ρόλοι των φύλων κατασκευάζονται κοινωνικά. Η βιολογία και τα χαρακτηριστικά του ανθρώπου καθόρισαν τις ιδιαιτερότητες του και βοήθησαν να καθοριστεί η κοινωνική του θέση και ανάλογα με τον πολιτισμό καθορίστηκαν κα οι κοινωνικοί ρόλοι.
Για παράδειγμα στην εποχή της απόλυτης πατριαρχίας ο κυρίαρχος ρόλος του άντρα ήταν καθορισμένος σε όλες τις πρακτικές που είχαν να κάνουν με θέματα εξουσίας στα νομικά, οικονομικά, πολιτικά, θρησκευτικά και πολιτιστικά δρώμενα.
Με την πάροδο του χρόνου άλλαξαν οι πεποιθήσεις και σταδιακά με την απόκτηση από τις γυναίκες περισσότερων ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την ενεργό συμμετοχή τους στην αγορά εργασίας , ανάλογα με το πολιτιστικό περιβάλλον καθορίστηκαν και οι ρόλοι τους.
Για την διαμόρφωση αυτών των ρόλων μεγάλη είναι η συμβολή των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας. Τα Μέσα μετάφεραν νέα μηνύματα από πιο προηγμένους πολιτισμούς στους υπόλοιπους και με τον τρόπο αυτό ρίχτηκε και ο σπόρος της αλλαγής, παρά τις αρκετές συγκρούσεις που δημιούργησε γιατί στην ουσία το νέο και διαφορετικό αναιρεί το παλιό και συντηρητικό.
Μελετώντας την ιστορία του κινήματος για απόκτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κοινωνικής ισότητας από τις γυναίκες βλέπουμε τις μεγάλες αλλαγές που έγιναν τον 20-ό αιώνα. Μόλις το 1920 οι λευκές γυναίκες απόκτησαν το δικαίωμα του ψήφου και το 1965 οι γυναίκες άρχισαν να φορούν παντελόνια, να σπουδάζουν μαζικά σε πανεπιστήμια και να παίρνουν πτυχία, να εργάζονται και να ανελίσσονται σε ψηλές διοικητικές θέσεις και να έχουν περισσότερη ελευθερία δράσης, ευκαιρίες και επιλογές.
Οι προκαθορισμένοι ρόλοι των φύλων μπορούν να επηρεάσουν αρκετά την ψυχική υγεία ενός ατόμου, γιατί μπορεί να είναι καταπιεστικοί όταν κινούνται σε συγκεκριμένα στερεότυπα, που αν κάποιος τα επηρεάσει τότε βρίσκεται στο περιθώριο της ζωής.
Οι επιπτώσεις μπορεί να είναι η δημιουργία και συντήρηση χαμηλής αυτοεκτίμησης, συναισθημάτων ντροπής και αυτοαμφισβήτησης.
Σαν αποτέλεσμα των πιο πάνω παρουσιάζονται τα συμπτώματα του άγχους, της αποτυχίας και της κατάθλιψης.
Είναι γιαυτό που απαιτείται από την παιδική ηλικία και αργότερα συνέχεια με όλα τα μέσα και τρόπους, να γίνεται μεταφορά πληροφοριών και στάσεων που να καθορίζουν την ελευθερία των ρόλων των δύο φύλων, την αποδοχή και την υποστήριξη της διαφορετικότητας τους, γιατί από πολύ νωρίς όλα τα πιο πάνω συμπτώματα μπορεί να αποτελέσουν μέρος της προσωπικότητας ενός ατόμου και να τον συνοδεύουν στο υπόλοιπο της ζωής του.