Ένα μεγάλο μέρος του ανδρικού πληθυσμού που παρουσιάζει εμφανή συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης, λόγω άγνοιας για την ύπαρξη τους ή λόγω φόβου στιγματισμού ή ακόμη και λόγω της υπερβολικής πίστης πως «μόνος μου θα βρω τρόπους για να το αντιμετωπίσω» δεν απευθύνονται έγκαιρα για αναζήτηση εξειδικευμένης ψυχιατρικής βοήθειας, αλλά καταφεύγουν σε αυτοθεραπείες.
Αυτές μπορεί να είναι η λήψη φαρμάκων, που εξασφαλίζονται από φίλους και γνωστούς που πέρασαν κάτι τέτοιο ή χρήση αλκοόλ ή άλλων ουσιών εξάρτησης.
Το πρόβλημα είναι πως στα πρώτα στάδια της αυτοθεραπείας παρατηρούνται σε μερικούς κάποια θετικά αποτελέσματα, όπως είναι η μείωση του άγχους, η καλυτέρευση του ύπνου και της διάθεσης, αλλά δυστυχώς αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί, γιατί όσο και να νοιώθουν καλύτερα, το αλκοόλ και οι ουσίες δεν είναι φάρμακα και δεν μπορούν να κάνουν σταθερή θεραπεία τέτοιων συμπτωμάτων και παθήσεων.
Πρώτα, τα φάρμακα που μπορεί να πάρει κάποιος θα λειτουργήσουν τυχαία και αν λειτουργήσουν πρέπει να βρεθεί σταθερή πηγή για την εξασφάλιση τους.
Δεύτερο αν η καταφυγή έγινε προς το αλκοόλ ή άλλες ουσίες σε σύντομο χρονικό διάστημα θα υπάρξουν νέα προβλήματα, που θα είναι συνδεδεμένα με θέματα εξάρτησης.
Αυτό συμβαίνει γιατί με την συνεχή κατάχρηση τους ( δεν είναι χρήση)...δημιουργείται «ανοχή» στον εγκέφαλο, που αυτό σημαίνει πως με την χθεσινή δόση δεν μπορώ να έχω σήμερα τα ίδια αποτελέσματα. Με τον τρόπο αυτό ο χρήστης αναγκάζεται να παίρνει συνέχεια όλο και πιο ψηλές δόσεις μέχρι που να γίνει εξαρτημένος..
Το άτομο στην προσπάθεια του να λύσει ένα ψυχικό του πρόβλημα, οδηγείται σε μια δεύτερη περιπέτεια, χειρότερη από την πρώτη... και τώρα πρέπει να λύνει δύο προβλήματα ταυτόχρονα.
Εάν μια απλή παρουσία άγχους και κατάθλιψης δεν ήταν σε θέση να τον οδηγήσει στον γιατρό, μπορεί τώρα κάποιος να φανταστεί με την επίδραση και του αλκοόλ ή άλλων παράνομων ουσιών στον εγκέφαλο και με τον φόβο της εμφάνισης στερητικών από τον υφιστάμενο πλέον εθισμό, πόσο πιο πολύ θα τον απομακρύνει από την πιθανότητα απόκτησης αυτογνωσίας και λήψης σοβαρής απόφασης αναγνώρισης της πάθησης και ένταξη του σε πρόγραμμα για θεραπεία και αλλαγή.
Πιο πάνω κάναμε αναφορά στον αντρικό πληθυσμό, όχι επειδή τα ίδια δεν συναντιούνται και στον γυναικείο, αλλά γιατί στους άντρες λόγω και των πολιτιστικών μας προτύπων η διαδικασία αποδοχής της πραγματικότητας και η οποιαδήποτε συνάντηση με ψυχίατρο γίνεται με περισσότερη δυσκολία.
Το θέμα είναι πως τώρα το θέμα πρέπει να αντικριστεί σαν θέμα συννοσηρότητας, όπου η θεραπευτική παρέμβαση είναι ακόμη πιο δύσκολη.
Πιστεύουμε πως η έγκαιρη διάγνωση, που μπορεί να γίνει και από τον Γενικό Γιατρό, μπορεί να βοηθήσει στα πρώτα στάδια άγχους ή κατάθλιψης να γλυτώσει αρκετά άτομα – ιδίως άντρες- από την περιπέτεια που αναφέραμε πιο πάνω.